δοξάζω
Προφορά
Ετυμολογία
δοξάζω αρχαία ελληνική δοξάζω
Ερμηνεία
└ρήμα┘ δοξάζω
✦ επαινώ, εγκωμιάζω: όλος ο λαός τον δοξάζει
✦ ευγνωμονώ
✦ πιστεύω, λατρεύω: δοξάζετε τον Κύριο
✦ προσδίδω δόξα: τον δόξασαν τα κατορθώματά του
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–