δισυπόστατος


δισυπόστατος
Προφορά

Ετυμολογία
δισυπόστατος δις + υφίσταμαι

Ερμηνεία
επίθετο┘ δισυπόστατος -η, -ο

✦ που έχει διπλή υπόσταση: ο έρωτάς μου είναι δισυπόστατος. Άγγελος και δαίμονας (Γ. Θεοτοκάς)

Συνώνυμα
διφυής
Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.