δισκάριο


δισκάριο
Προφορά

Ετυμολογία
δισκάριο μεταγενέστερη ελληνική δισκάριον, υποκοριστικό του δίσκος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το δισκάριο

✦ (εκκλ.) λειτουργικό σκεύος, όπου τοποθετείται ο άγιος άρτος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.