διαχειμάζω


διαχειμάζω
Προφορά

Ετυμολογία
διαχειμάζω αρχαία ελληνική διαχειμάζω

Ερμηνεία
ρήμα διαχειμάζω

✦ περνώ κάπου το χειμώνα, ξεχειμωνιάζω: την ίδια ώρα οι αντάρτες διαχείμαζαν στον Ομαλό χύνοντας σφαίρες (Ρέα Γαλανάκη)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.