διαφωτίζω
Προφορά
Ετυμολογία
διαφωτίζω μεταγενέστερη ελληνική διαφωτίζω
Ερμηνεία
└ρήμα┘ διαφωτίζω
✦ φωτίζω προς όλες τις διευθύνσεις
✦ διευκρινίζω
✦ πληροφορώ με σαφήνεια, ενημερώνω
✦ απαλλάσσω από την πλάνη, λέω την αλήθεια
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–