διαφορόχρωμος


διαφορόχρωμος
Προφορά

Ετυμολογία
διαφορόχρωμος διάφορος + χρώμα

Ερμηνεία
επίθετο┘ διαφορόχρωμος -η, -ο

✦ αυτός που έχει ή εμφανίζεται με διαφορετικό χρώμα από άλλον ή άλλους: εικόνες πολλών διαφορόχρωμων διαθέσεων (Οδ. Ελύτης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.