διαφάνεια


διαφάνεια
Προφορά

Ετυμολογία
διαφάνεια αρχαία ελληνική διαφάνεια

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η διαφάνεια

✦ η ιδιότητα των σωμάτων να επιτρέπει τη δίοδο του φωτός ώστε να διαφαίνονται τα πίσω απ’ αυτά αντικείμενα
✦ διαύγεια, καθαρότητα: διαφάνεια της ατμόσφαιρας – των νερών
✦ φανερή διαδικασία κατά τη λήψη και εκτέλεση αποφάσεων ή ενεργειών
✦ (τεχνολ.) ειδικό φιλμ, χαρτί κτλ. στο οποίο αποτυπώνεται με φωτογραφική ή τυπογραφική μέθοδο μια εικόνα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.