διανύω Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply διανύωΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/2/διανύω.mp3Ετυμολογίαδιανύω αρχαία ελληνική διανύω Ερμηνεία└ρήμα┘ διανύω ✦ συμπληρώνω, καλύπτω (χρόνο, πορεία, απόσταση): διανύει το εικοστό έτος της ηλικίας του – διανύσαμε, πεζοί, είκοσι χιλιόμετρα Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–