διαμετρητικός


διαμετρητικός
Προφορά

Ετυμολογία
διαμετρητικός διαμετρώ

Ερμηνεία
επίθετο┘ διαμετρητικός -ή, -ό

✦ ο χρήσιμος ή κατάλληλος για τη διαμέτρηση

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.