διαμαρτύρηση
Προφορά
Ετυμολογία
διαμαρτύρηση διαμαρτυρώ
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η διαμαρτύρηση
✦ διαμαρτυρία
✦ (εκκλ.) ο προτεσταντισμός
✦ η κοινοποίηση διαμαρτυρικού (για μη εμπρόθεσμη εξόφληση γραμματίου ή συναλλαγματικής)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–