διαιωνίζω


διαιωνίζω
Προφορά

Ετυμολογία
διαιωνίζω μεταγενέστερη ελληνική διαιωνίζω

Ερμηνεία
ρήμα διαιωνίζω

✦ διατηρώ κάτι στην αιωνιότητα
✦ παρατείνω απεριόριστα: η απαράδεκτη αυτή κατάσταση διαιωνίζεται, χωρίς καμιά προοπτική λύσεως

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.