διαιτητικός


διαιτητικός
Προφορά

Ετυμολογία
διαιτητικός μεταγενέστερη ελληνική διαιτητικός

Ερμηνεία
επίθετο┘ διαιτητικός -ή, -ό

✦ ο σχετικός με τη διαιτησία
✦ ο σχετικός με τη δίαιτα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.