δεξιός


δεξιός
Προφορά

Ετυμολογία
δεξιός αρχαία ελληνική δεξιός

Ερμηνεία
δεξιός

✦ -ιά, -ιό επίθ. (Κ -ιά, -ιόν) ο αντίθετος του αριστερού
✦ δεξιόχειρας
(μτφ. ) επιτήδειος, ικανός
✦ ο συντηρητικός ως προς τις πολιτικές ιδέες
✦ αρσεν. δεξιός ως ουσ., οπαδός ή μέλος συντηρητικού κόμματος – θηλ. δεξιά ως ουσ., η συντηρητική παράταξη

Συνώνυμα
επιδέξιος
Αντίθετα
αδέξιος ,αριστερός
Επιρρήματα
δεξιά (Κ δεξιώς)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.