δα


δα
Προφορά

Ετυμολογία
δα αρχαία ελληνική δή

Ερμηνεία
δα

✦ μόριο επιτατικό σε κατάφαση, άρνηση ή απορία: όχι δα
✦ δεικτικό συν. μετά από δεικτικές αντωνυμίες και επιρρήματα: τόσος δα, έτσι δα, εδώ δα
✦ με τη σημ. του βέβαια, αναμφιβόλως, όπως καταλαβαίνετε: εύρισκε αυτά τα όργανα ενοχλητικά και ανόητα, δεν αγαπούσε δα καθόλου τους θορύβους (Γ. Θεοτοκάς)
✦ ως προτρεπτικό, μετά από ρ. προστακτικής: σώπα δα – κάτσε δα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.