γλοίωμα


γλοίωμα
Προφορά

Ετυμολογία
γλοίωμα νεότ. └λατιν┘ glioma

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το γλοίωμα

✦ νεόπλασμα που αποτελείται από κύτταρα της νευρολογίας, του ιστού που στηρίζει και προστατεύει τα νευρικά κύτταρα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.