βυθώ


βυθώ
Προφορά

Ετυμολογία
βυθώ αρχαία ελληνική βυθῶ

Ερμηνεία
ρήμα βυθώ -άς, -ά

✦ βρίσκομαι στον βυθό
✦ βυθίζομαι: τώρα είν’ οι ρίζες της ψυχής μου στην καρποθρόφα γης οπού γερά βυθάνε (Άγγ. Σικελιανός)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.