βυθώ Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply βυθώΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/2/βυθώ.mp3Ετυμολογίαβυθώ αρχαία ελληνική βυθῶ Ερμηνεία└ρήμα┘ βυθώ -άς, -ά ✦ βρίσκομαι στον βυθό ✦ βυθίζομαι: τώρα είν’ οι ρίζες της ψυχής μου στην καρποθρόφα γης οπού γερά βυθάνε (Άγγ. Σικελιανός) Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–