βρογχοδιασταλτικός
Προφορά
Ετυμολογία
βρογχοδιασταλτικός βρόγχοι + διασταλτικός• μετάφραση του └αγγλ┘όρου bronchodilator
Ερμηνεία
└επίθετο┘ βρογχοδιασταλτικός -ή, -ό
✦ για φάρμακα, που προκαλούν διεύρυνση των βρόγχων
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–