βλαχομπαρόκ
Προφορά
Ετυμολογία
βλαχομπαρόκ – Η ετυμολογία λείπει.
Ερμηνεία
βλαχομπαρόκ
✦ άκλ. ουσ. κ. επίθ. η λ. με αρνητική σημ. για να χαρακτηρίσει, αρχικά, ένα είδος μουσικής που προσπαθεί να συνδυάσει παραδοσιακά στοιχεία με σύγχρονα, εξεζητημένα ηλεκτρονικά στοιχεία: οι κατασκευαστές τραγουδιών παίρνουν στοιχεία από την παράδοση, τα δένουν με τα ηλεκτρονικά μέσα που διαθέτουν και γίνεται αυτό που ονομάζουμε βλαχομπαρόκ (Έψιλον)
✦ (γεν.) αυτός που αδυνατεί να οικειωθεί μοντέρνα στοιχεία, τα χρησιμοποιεί πομπωδώς ή άκομψα, και απλώς τα προβάλλει ως εκζήτηση ή άλλοθι: χώρα της βλαχομπαρόκ ευδαιμονίας (Ελευθεροτυπία)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–