βιτσιά


βιτσιά
Προφορά

Ετυμολογία
βιτσιά βίτσα

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η βιτσιά

✦ χτύπημα με βίτσα: δίνει βιτσιά του αλόγου του και πάει σαράντα μίλια (δημ. τραγ.)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.