βαβυλωνία
Προφορά
Ετυμολογία
βαβυλωνία αρχαία ελληνική Βαβυλών
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η βαβυλωνία
✦ (μτφ. ) θόρυβος και ασυνεννοησία, σύγχυση: εκεί στα διαμερίσματα των γυναικών είναι η Βαβυλωνία, το πανδαιμόνιο, το ανάστα ο Θεός (Κ. Βάρναλης)
Συνώνυμα
οχλαγωγία, οχλοβοή, χλαλοή
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–