αφύτρωτος


αφύτρωτος
Προφορά

Ετυμολογία
αφύτρωτος ἀ στερητικό + φυτρώνω

Ερμηνεία
επίθετο┘ αφύτρωτος -η, -ο

✦ που δεν φύτρωσε: λόγω της παγωνιάς το σιτάρι είναι ακόμη αφύτρωτο

Συνώνυμα

Αντίθετα
φυτρωμένος
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.