αυτόμολος
Προφορά
Ετυμολογία
αυτόμολος αρχαία ελληνική αὐτόμολος
Ερμηνεία
└επίθετο┘ αυτόμολος -η, -ο
✦ αυτός που προσχωρεί στις τάξεις των αντιπάλων: για να μην τον χτυπήσουν οι αυτόμολοι, αναγκάστηκε να υποχωρήσει στα υψώματα (Άγγ. Βλάχος)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–