αταβισμός


αταβισμός
Προφορά

Ετυμολογία
αταβισμός └διεθν┘όρος atavisme

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο αταβισμός

✦ το βιολογικό φαινόμενο της κληρονομήσεως ιδιοτήτων από πρόγονο που απέχει δύο ή περισσότερες γενεές

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.