ατάιστος


ατάιστος
Προφορά

Ετυμολογία
ατάιστος ἀ στερητικό + ταΐζω

Ερμηνεία
επίθετο┘ ατάιστος -η, -ο

✦ που δεν του έδωσαν να φάει, νηστικός: έλειψες τόσες ώρες κι άφησες το ζωντανό ατάιστο

Συνώνυμα

Αντίθετα
ταϊσμένος
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.