ασχημονώ


ασχημονώ
Προφορά

Ετυμολογία
ασχημονώ αρχαία ελληνική ἀσχημονῶ

Ερμηνεία
ρήμα ασχημονώ -είς, -εί

✦ κάνω ασχημίες, απρέπειες: με τη συντροφιά μίμων και ηθοποιών, ασχημονώντας φανερά χωρίς να ντρέπεται (Κ. Βάρναλης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.