ασκητήριο


ασκητήριο
Προφορά

Ετυμολογία
ασκητήριο ασκητής

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το ασκητήριο

✦ τόπος όπου ζουν ασκητές, ερημητήριο
✦ (ιδ. στον πληθ.) ασκητήρια, εγκαταστάσεις για την άσκηση σε ορισμένο άθλημα: τα ασκητήρια του ομίλου αντισφαιρίσεως

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.