αρχιδούκισσα


αρχιδούκισσα
Προφορά

Ετυμολογία
αρχιδούκισσα αρχιδούξ

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο αρχιδούκισσα

✦ θηλ. αρχιδούκισσα (Κ αρχιδούξ, -δουκός) τίτλος των μελών του αυστριακού αυτοκρατορικού οίκου

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.