αρκώ


αρκώ
Προφορά

Ετυμολογία
αρκώ αρχαία ελληνική ἀρκῶ

Ερμηνεία
ρήμα αρκώ -είς, -εί

✦ είμαι αρκετός, επαρκώ, φτάνω
✦ (μέσ.) αρκούμαι, μένω ικανοποιημένος, περιορίζομαι σε κάτι: αρκείται σ’ ένα μικρό μεροκάματο

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.