αρ ντεκό


αρ ντεκό
Προφορά

Ετυμολογία
αρ ντεκό └γαλλ┘ Art Déco (=τέχνη διακοσμητική), από Exposition Internationale des Arts Décoratifs et Industriels Modernes, που έγινε στο Παρίσι το 1925

Ερμηνεία
αρ ντεκό

✦ άκλ. ουσ. όρος για το διακοσμητικό και καλλιτεχνικό στιλ που διαμορφώθηκε στη δεκαετία 1920-30 και χαρακτηρίζεται από τα έντονα περιγράμματα, ευθύγραμμο και αεροδυναμικό σχήμα, καθώς και από τη χρήση νέων υλικών (π.χ. πλαστικό)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.