απορριμματοφόρος
Προφορά
Ετυμολογία
απορριμματοφόρος απόρριμμα + φέρω
Ερμηνεία
└επίθετο┘ απορριμματοφόρος -ος, -ο
✦ η λ. για οχήματα που προορίζονται για τη συλλογή και αποκομιδή των απορριμμάτων από κατοικημένες περιοχές: απορριμματοφόρα οχήματα
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–