απένταρος
Προφορά
Ετυμολογία
απένταρος ἀ στερητικό + πεντάρα
Ερμηνεία
└επίθετο┘ απένταρος -η, -ο
✦ ο εντελώς χωρίς χρήματα, που δεν έχει ούτε πεντάρα: δεν έχω καθόλου λεφτά επάνω μου… είμαι απένταρος (Γ. Μπεράτης)
Συνώνυμα
αδέκαρος, άψιλος, άφραγκος
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–