ανώνυμος
Προφορά
Ετυμολογία
ανώνυμος αρχαία ελληνική ἀνώνυμος
Ερμηνεία
└επίθετο┘ ανώνυμος -η, -ο
✦ ο χωρίς όνομα
✦ που αποκρύβει το όνομά του
✦ άγνωστος
✦ ανώνυμη εταιρεία, εταιρεία που το κεφάλαιό της διαιρείται σε μετοχές και της οποίας οι μέτοχοι ευθύνονται μόνο μέχρι την αξία των μετοχών τους
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
επώνυμος
Επιρρήματα
ανώνυμα (Κ ανωνύμως)