αντιιδρωτικός


αντιιδρωτικός
Προφορά

Ετυμολογία
αντιιδρωτικός αντί + ιδρωτικός

Ερμηνεία
επίθετο┘ αντιιδρωτικός -ή, -ό

✦ αυτός που αναστέλλει ή ελαττώνει την έκκριση του ιδρώτα (βλ. κ. ανθιδρωτικός)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.