ανθοστόλιστος


ανθοστόλιστος
Προφορά

Ετυμολογία
ανθοστόλιστος ανθοστολίζω

Ερμηνεία
επίθετο┘ ανθοστόλιστος -η, -ο

✦ στολισμένος με άνθη: όταν ήρθε ανθοστόλιστη κι έγειρε στην κάμαρά του (Γ. Γεραλής)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.