ανδράποδο


ανδράποδο
Προφορά

Ετυμολογία
ανδράποδο αρχαία ελληνική ἀνδράποδον

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το ανδράποδο

✦ αιχμάλωτος που πουλήθηκε ως δούλος
(μτφ. ) άνθρωπος δουλοπρεπής, ευτελής, τιποτένιος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.