ανδράδελφος


ανδράδελφος
Προφορά

Ετυμολογία
ανδράδελφος ανήρ + αδελφός

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο ανδράδελφος

✦ θηλ. ανδραδέλφη αδελφός ή αδελφή του ή της συζύγου

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.