ανασυγκρότηση


ανασυγκρότηση
Προφορά

Ετυμολογία
ανασυγκρότηση ανασυγκροτώ

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η ανασυγκρότηση

✦ ανασύνθεση, ανασύνταξη, νέα οργάνωση προς το καλύτερο: ανασυγκρότηση της οικονομίας της χώρας

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.