αναστενάρια
Προφορά
Ετυμολογία
αναστενάρια ίσως από την πρόθ. ανά + στρηνάρια
Ερμηνεία
αναστενάρια
✦ ουσ. λαϊκή, πυρολατρική τελετουργία κατά την οποία οι πανηγυριστές (αναστενάρηδες) βαδίζουν ξυπόλυτοι πάνω σε ανθρακιά χωρίς να καίγονται
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–