αναπαμός


αναπαμός
Προφορά

Ετυμολογία
αναπαμός αναπαύω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο αναπαμός

✦ η ανάπαυση, ξεκούραση
(μτφ. ) θάνατος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.