αναντιπροσώπευτος


αναντιπροσώπευτος
Προφορά

Ετυμολογία
αναντιπροσώπευτος ἀ στερητικό + αντιπροσωπεύω

Ερμηνεία
επίθετο┘ αναντιπροσώπευτος -η, -ο

✦ που δεν εκπροσωπείται από πληρεξούσιο, ο χωρίς αντιπρόσωπο: μόνο η χώρα μας έμεινε αναντιπροσώπευτη στο συνέδριο

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.