ανανταγώνιστος


ανανταγώνιστος
Προφορά

Ετυμολογία
ανανταγώνιστος αρχαία ελληνική ἀνανταγώνιστος

Ερμηνεία
επίθετο┘ ανανταγώνιστος -η, -ο

✦ αυτός τον οποίο δεν ανταγωνίζεται κανείς, ασυναγώνιστος, ακαταμάχητος, ανυπέρβλητος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα
ανανταγώνιστα (Κ ανανταγωνίστως)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.