αναμαλλιάζω
Προφορά
Ετυμολογία
αναμαλλιάζω ανά + μαλλιάζω
Ερμηνεία
└ρήμα┘ αναμαλλιάζω
✦ ανακατώνω τα μαλλιά
✦ σηκώνονται οι τρίχες της κεφαλής μου, ανατριχιάζω
✦ (αμτβ.) βγάζω χνούδι: το ύφασμα αναμαλλιάζει
Συνώνυμα
χνουδιάζω
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–