αναλυτικός
Προφορά
Ετυμολογία
αναλυτικός αρχαία ελληνική ἀναλυτικός
Ερμηνεία
└επίθετο┘ αναλυτικός -ή, -ό
✦ ο της αναλύσεως, που περιέχει ανάλυση: αναλυτική μέθοδος
✦ λεπτομερής, διεξοδικός: αναλυτική έκθεση
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
συνθετικός ,περιληπτικός, συνοπτικός
Επιρρήματα
αναλυτικά (Κ αναλυτικώς)