αναλάτιστος


αναλάτιστος
Προφορά

Ετυμολογία
αναλάτιστος αν- στερητικό + αλατιστός

Ερμηνεία
επίθετο┘ αναλάτιστος -η, -ο

✦ που δεν αλατίστηκε, ο ανάλατος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.