αναθέρμανση


αναθέρμανση
Προφορά

Ετυμολογία
αναθέρμανση αναθερμαίνω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η αναθέρμανση

✦ η ενέργεια και το αποτέλεσμα του αναθερμαίνω, ξαναζέσταμα: η αναθέρμανση της παλιάς μας φιλίας

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.