αναζωογονώ


αναζωογονώ
Προφορά

Ετυμολογία
αναζωογονώ ανά + ζωογονώ

Ερμηνεία
ρήμα αναζωογονώ -είς, -εί

✦ δίνω νέα ζωή, τονώνω, ενισχύω τις δυνάμεις
✦ (εύχρ. ιδ. στο παθ.): με το φάρμακο αυτό αναζωογονήθηκε

Συνώνυμα
ξαναζωντανεύω
Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.