αναερόβιος


αναερόβιος
Προφορά

Ετυμολογία
αναερόβιος ἀ στερητικό + αερόβιος

Ερμηνεία
επίθετο┘ αναερόβιος -ια, -ιο

✦ οργανισμός που μπορεί να ζήσει χωρίς οξυγόνο

Συνώνυμα

Αντίθετα
αερόβιος
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.