ανάργητος


ανάργητος
Προφορά

Ετυμολογία
ανάργητος αν- στερητικό + αργώ

Ερμηνεία
επίθετο┘ ανάργητος -η, -ο

✦ αυτός που δεν έχει αργοπορήσει, που έφθασε εγκαίρως
✦ που πράττει κάτι χωρίς χρονοτριβή
✦ ακούραστος, άοκνος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα
ανάργητα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.