ανάλυση


ανάλυση
Προφορά

Ετυμολογία
ανάλυση αρχαία ελληνική ἀνάλυσις

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η ανάλυση

✦ ο διαχωρισμός των συστατικών στοιχείων ενός συνόλου
✦ λεπτομερειακή και σε βάθος εξέταση
✦ είδος μαθηματικής μεθόδου
✦ η χημική και βιολογική εξέταση υγρών του οργανισμού: ανάλυση αίματος
✦ φρ. σε τελευταία ανάλυση, τελικώς· κατά βάθος

Συνώνυμα

Αντίθετα
σύνθεση
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.