ανάερος
Προφορά
Ετυμολογία
ανάερος ανά + αέρας
Ερμηνεία
└επίθετο┘ ανάερος -η, -ο
✦ ο κινούμενος στον αέρα, εναέριος
✦ ελαφρός σαν αέρας: ανάερο βάδισμα
✦ ο μη αεριζόμενος: στο σκοτεινό κι ανάερο μαγαζί, μάταια πάλευαν τα πλεμόνια μας ν’ ανασάνουν μια δροσερή πνοή (Μ. Καραγάτσης)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
ευάερος
Επιρρήματα
ανάερα